καλοθωρώ

καλοθωρώ

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "καλοθωρώ" в других словарях:

  • καλοθωρώ — καλόειδα και καλόδα, βλέπω καλά: Ποιος είσαι συ, δε σε καλοθωρώ …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • καλοθωρώ — 1. διακρίνω καλά, βλέπω καθαρά 2. αντικρύζω κάτι ευμενώς, με συμπάθεια 3. διακρίνω με τον λογισμό μου κάτι σαφώς, ξεκαθαρίζω μέσα στον νου μου. [ΕΤΥΜΟΛ. < καλ(ο) * + (< επίρρ. καλά) + θωρώ] …   Dictionary of Greek

  • καλοθώρητος — η, ο [καλοθωρώ] 1. αυτός που διακρίνεται καλά, καθαρά 2. αυτός τον οποίο βλέπει κάποιος με ευχαρίστηση ή με συμπάθεια, ο ωραίας εμφανίσεως …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»